Αποστερώ στα πορτογαλικά

Μετάφραση: αποστερώ, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
privar, acabrunhar, acanhar, desprover, roubar, desfilharão, desfilharás, bereave
Αποστερώ στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αποστερώ

αποστερώ σύνταξη, αποστερώ συνωνυμο, αποστερώ λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, αποστερώ στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • αποστατώ στα πορτογαλικά - falta, falha, renegado, Renegade, renegada, renegados, desertor
  • αποστειρώνω στα πορτογαλικά - esterilizar, esterilize, sterilize, esterilizá, esterilizar a
  • αποστολή στα πορτογαλικά - faltar, missão, falta, tarefa, missão de, a missão, de missão, ...
  • αποστολικός στα πορτογαλικά - apostólico, apostólica, apostólicas, apostólicos
Τυχαίες λέξεις
Αποστερώ στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: privar, acabrunhar, acanhar, desprover, roubar, desfilharão, desfilharás, bereave