Διαρκείας στα λιθουανικά
Μετάφραση: διαρκείας, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
nuolatinis, pastovus, sezonas, sezoną, sezono, sezono metu, sezonui
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διαρκείας
διαρκείας αεκ, διαρκείας παναθηναικου, διαρκείας παναθηναικού 2014, διαρκείας ολυμπιακού, διαρκείας παο, διαρκείας λεξικό γλώσσας λιθουανικά, διαρκείας στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- διαπρεπής στα λιθουανικά - išsiskiriantis, pranašesnis, žymus, Išduoda, preeminent
- διαρκής στα λιθουανικά - pastovus, nuolatinis, pastovi, nuolat, konstanta
- διαρκώ στα λιθουανικά - paskiausias, paskutinis, kentėti, ištverti, iškęsti, kęsti, pakelti
- διαρρέω στα λιθουανικά - sunktis, pateko, prasiskverbti, sunkiasi, kauptųsi
Τυχαίες λέξεις
Διαρκείας στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: nuolatinis, pastovus, sezonas, sezoną, sezono, sezono metu, sezonui
Μεταφράσεις: nuolatinis, pastovus, sezonas, sezoną, sezono, sezono metu, sezonui