Διευκρινίζω στα λιθουανικά
Μετάφραση: διευκρινίζω, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
aiškinti, paaiškinti, išaiškinti, patikslinti, išsiaiškinti
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διευκρινίζω
διευκρινίζω κλίση, διευκρινίζω translate, διευκρινίζω συνώνυμο, διευκρινίζω αγγλικά, διευκρινίζω αντωνυμο, διευκρινίζω λεξικό γλώσσας λιθουανικά, διευκρινίζω στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- διευθύνω στα λιθουανικά - Wend
- διευκολύνω στα λιθουανικά - palengvinti, lengviau, palengvintų, palengvina, palankesnes sąlygas
- διευρύνω στα λιθουανικά - iškrypęs, iškleipti, nusklembtas, išsiskėsti, praplatėti
- διεύθυνση στα λιθουανικά - adresas, fakultetas, adresą, adreso
Τυχαίες λέξεις
Διευκρινίζω στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: aiškinti, paaiškinti, išaiškinti, patikslinti, išsiaiškinti
Μεταφράσεις: aiškinti, paaiškinti, išaiškinti, patikslinti, išsiaiškinti