Διευκρινίζω στα σουηδικά
Μετάφραση: διευκρινίζω, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
illustrera, klargöra, förtydliga, klarlägga, tydliggöra, tydlig
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διευκρινίζω
διευκρινίζω κλίση, διευκρινίζω translate, διευκρινίζω συνώνυμο, διευκρινίζω αγγλικά, διευκρινίζω αντωνυμο, διευκρινίζω λεξικό γλώσσας σουηδικά, διευκρινίζω στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- διευθύνω στα σουηδικά - förestå, manövrera, hantera, förvalta, handha, Wend
- διευκολύνω στα σουηδικά - underlätta, lätta, att underlätta, underlättar, lättare
- διευρύνω στα σουηδικά - utvidga, vidga, splay, sar, utbuktningar
- διεύθυνση στα σουηδικά - föredrag, skicklighet, fakultet, adressera, förmåga, utanskrift, tal, ...
Τυχαίες λέξεις
Διευκρινίζω στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: illustrera, klargöra, förtydliga, klarlägga, tydliggöra, tydlig
Μεταφράσεις: illustrera, klargöra, förtydliga, klarlägga, tydliggöra, tydlig