Διορθώνω στα λιθουανικά
Μετάφραση: διορθώνω, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
teisingas, tikslus, tikras, tinkamas, teisinga, teisingai, teisingą
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διορθώνω
διορθώνω ετυμολογία, διορθώνω στα αγγλικά, διορθώνω το γραπτό μου, διορθώνω αόριστος, διορθώνω συνώνυμα, διορθώνω λεξικό γλώσσας λιθουανικά, διορθώνω στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- διορατικότητα στα λιθουανικά - įžvalga, įžvalgos, pažvelgti, iš vidaus, supratimą
- διοργάνωση στα λιθουανικά - organizacija, organizavimas, organizacijos, organizavimo
- διορισμός στα λιθουανικά - paskyrimas, paskyrimą, paskyrimo, skyrimas, skyrimo
- διοχετεύω στα λιθουανικά - kanalas, nusausinti, išleisti, nutekėjimo, nusausinkite, išleiskite
Τυχαίες λέξεις
Διορθώνω στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: teisingas, tikslus, tikras, tinkamas, teisinga, teisingai, teisingą
Μεταφράσεις: teisingas, tikslus, tikras, tinkamas, teisinga, teisingai, teisingą