Διορθώνω στα νορβηγικά
Μετάφραση: διορθώνω, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
rette, korrigere, rett, riktig, korrekte, korrekt, riktige
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διορθώνω
διορθώνω ετυμολογία, διορθώνω στα αγγλικά, διορθώνω το γραπτό μου, διορθώνω αόριστος, διορθώνω συνώνυμα, διορθώνω λεξικό γλώσσας νορβηγικά, διορθώνω στα νορβηγικά
Μεταφράσεις
- διορατικότητα στα νορβηγικά - innsikt, innblikk, innsikten, innsyn, kunnskap
- διοργάνωση στα νορβηγικά - organisasjon, organisasjonen, organisering, organiseringen
- διορισμός στα νορβηγικά - avtale, utnevnelse, utnevnelsen, oppnevning, avtalen
- διοχετεύω στα νορβηγικά - overføre, kanal, drenere, renne, avløp, tappe, tømme
Τυχαίες λέξεις
Διορθώνω στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: rette, korrigere, rett, riktig, korrekte, korrekt, riktige
Μεταφράσεις: rette, korrigere, rett, riktig, korrekte, korrekt, riktige