Επιδοκιμασία στα λιθουανικά
Μετάφραση: επιδοκιμασία, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
plojimai, plojimų, aplodismentai, plojimais
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επιδοκιμασία
επιδοκιμασία λεξικο, επιδοκιμασία ετυμολογία, επιδοκιμασία λεξικό γλώσσας λιθουανικά, επιδοκιμασία στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- επιδιώκω στα λιθουανικά - prašinėti, šauktis, įkalbinėti, woo, prašyti rankos
- επιδοκιμάζω στα λιθουανικά - patvirtinti, tvirtina, patvirtina, tvirtinti, pritarti
- επιδοτώ στα λιθουανικά - subsidijuoti, subsidijas, subsidijuoja, subsidijavimui, subsidijuojamas
- επιδρομή στα λιθουανικά - ataka, užpulti, reidas, antskrydis, antpuolis, užpuolimas, išnaršyti
Τυχαίες λέξεις
Επιδοκιμασία στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: plojimai, plojimų, aplodismentai, plojimais
Μεταφράσεις: plojimai, plojimų, aplodismentai, plojimais