Επιχορήγηση στα λιθουανικά
Μετάφραση: επιχορήγηση, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
subsidija, dotacija, subsidijos, subsidijų, subsidiją
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επιχορήγηση
επιχορήγηση οαεδ, επιχορήγηση επιχειρήσεων να προσλάβουν ανέργους 30-66 ετών, επιχορήγηση νέων επιχειρήσεων 2014, επιχορήγηση μκο, επιχορήγηση επιχειρήσεων, επιχορήγηση λεξικό γλώσσας λιθουανικά, επιχορήγηση στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- επιχειρηματολογώ στα λιθουανικά - ginčytis, Aš, I, man, Turiu
- επιχειρώ στα λιθουανικά - bandymas, bandoma, mėginimas, bandyti, silpnu
- επιχορηγώ στα λιθουανικά - subsidijuoti, subsidijas, subsidijuoja, subsidijavimui, subsidijuojamas
- επιχρυσώνω στα λιθουανικά - klubas, paauksuoti, sąjunga, auksinti, Osłodzić, Apzeltīt
Τυχαίες λέξεις
Επιχορήγηση στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: subsidija, dotacija, subsidijos, subsidijų, subsidiją
Μεταφράσεις: subsidija, dotacija, subsidijos, subsidijų, subsidiją