Ευλύγιστος στα λιθουανικά
Μετάφραση: ευλύγιστος, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
lankstus, Dīsele, Gibki, miklus, Ilkss
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ευλύγιστος
ευλύγιστος συνώνυμα, ευλύγιστος συνωνυμο, ευλύγιστος λεξικό γλώσσας λιθουανικά, ευλύγιστος στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- ευλογώ στα λιθουανικά - palaiminti, laiminti, bless, palaimins, laimina
- ευλυγισία στα λιθουανικά - miklumas, lankstumas, elastingumo, lanksčios, Gibkość
- ευμενής στα λιθουανικά - palankus, palanki, atleisiu, maloningas, Łaskawy
- ευμετάβλητος στα λιθουανικά - permainingas, nepastovus, kintamas, Wzruszalny, Nepastovi
Τυχαίες λέξεις
Ευλύγιστος στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: lankstus, Dīsele, Gibki, miklus, Ilkss
Μεταφράσεις: lankstus, Dīsele, Gibki, miklus, Ilkss