Εφημερίδα στα λιθουανικά
Μετάφραση: εφημερίδα, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
popierius, laikraštis, newspaper, džiovintuvas, stalas, laikraščių
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εφημερίδα
εφημερίδα ελευθερία, εφημερίδα έθνος, εφημερίδα θεσσαλία, εφημερίδα της κυβερνήσεως, εφημερίδα συντακτών, εφημερίδα λεξικό γλώσσας λιθουανικά, εφημερίδα στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- εφηβικός στα λιθουανικά - prisirpęs, santuokinio amžiaus, Nubile, Vedybų, Nokinamas
- εφημέριος στα λιθουανικά - kunigas, pastorius, klebonas, kapelionas, Chaplain, kapelionu, kapelionui, ...
- εφικτός στα λιθουανικά - įmanomas, galimas, įvykdomas, įmanoma
- εφοδιάζω στα λιθουανικά - maitintis, maitinti, produktus gabenančiuose, aprūpinimui, apsirūpinti maisto produktais
Τυχαίες λέξεις
Εφημερίδα στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: popierius, laikraštis, newspaper, džiovintuvas, stalas, laikraščių
Μεταφράσεις: popierius, laikraštis, newspaper, džiovintuvas, stalas, laikraščių