Εφημερίδα στα ουγγρικά
Μετάφραση: εφημερίδα, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
papír, újság, sajtó, újságot, újságban, lap
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εφημερίδα
εφημερίδα ελευθερία, εφημερίδα έθνος, εφημερίδα θεσσαλία, εφημερίδα της κυβερνήσεως, εφημερίδα συντακτών, εφημερίδα λεξικό γλώσσας ουγγρικά, εφημερίδα στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- εφηβικός στα ουγγρικά - kamasz, házasulandó, ízben fiatal, férjhez adandó
- εφημέριος στα ουγγρικά - káplán, lelkész, lelkészt, káplánja, lelkészi
- εφικτός στα ουγγρικά - megvalósítható, lehetséges, kivitelezhető, megvalósíthatónak
- εφοδιάζω στα ουγγρικά - felszereli élelemmel, élelmiszerként
Τυχαίες λέξεις
Εφημερίδα στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: papír, újság, sajtó, újságot, újságban, lap
Μεταφράσεις: papír, újság, sajtó, újságot, újságban, lap