Θεσμοθέτηση στα λιθουανικά
Μετάφραση: θεσμοθέτηση, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
institucionalizacija, institucionalizavimas, institucionalizavimo, sandarą, įstaigų skaičių
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: θεσμοθέτηση
θεσμοθέτηση των λαϊκών αγορών για παραγωγούς, θεσμοθέτηση συνώνυμα, θεσμοθέτηση ορισμός, θεσμοθέτηση κάρτας εργασίας, θεσμοθέτηση λεξικό γλώσσας λιθουανικά, θεσμοθέτηση στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- θερμόμετρο στα λιθουανικά - termometras, thermometer, termometro, termometru, termometrai
- θερμός στα λιθουανικά - termosas, Izoliacinis, termosai, termoso, termosinis
- θεσμός στα λιθουανικά - institucija, įstaiga, įstaigos
- θεσπέσιος στα λιθουανικά - Gražus, Jaukūs, Cudny, Gili, Śliczny
Τυχαίες λέξεις
Θεσμοθέτηση στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: institucionalizacija, institucionalizavimas, institucionalizavimo, sandarą, įstaigų skaičių
Μεταφράσεις: institucionalizacija, institucionalizavimas, institucionalizavimo, sandarą, įstaigų skaičių