Θεσμοθέτηση στα ολλανδικά

Μετάφραση: θεσμοθέτηση, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
wetgeving, institutionalisering, institutionaliseren, een instelling, de institutionalisering, in instellingen
Θεσμοθέτηση στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: θεσμοθέτηση

θεσμοθέτηση των λαϊκών αγορών για παραγωγούς, θεσμοθέτηση συνώνυμα, θεσμοθέτηση ορισμός, θεσμοθέτηση κάρτας εργασίας, θεσμοθέτηση λεξικό γλώσσας ολλανδικά, θεσμοθέτηση στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • θερμόμετρο στα ολλανδικά - thermometer, warmtemeter, een thermometer, de thermometer
  • θερμός στα ολλανδικά - glans, thermosfles, thermoskan, thermos, thermosflessen, mijn thermosfles
  • θεσμός στα ολλανδικά - instelling, vestiging, institutie, orgaan, instituut, instellingen
  • θεσπέσιος στα ολλανδικά - geestelijke, goddelijk, schoon, beauteous, schoone
Τυχαίες λέξεις
Θεσμοθέτηση στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: wetgeving, institutionalisering, institutionaliseren, een instelling, de institutionalisering, in instellingen