Κατσαρός στα λιθουανικά
Μετάφραση: κατσαρός, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
garbanotas, garbanoti, Chrupiący
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κατσαρός
κατσαρός παναγιώτης α.ε.τ.β.ε, κατσαρός θωμάς, κατσαρός κωνσταντίνος, κατσαρός βασίλης, κατσαρός αντισταθείτε, κατσαρός λεξικό γλώσσας λιθουανικά, κατσαρός στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- κατσαδιάζω στα λιθουανικά - bartis, koneveikti, barti, apibarti, barninga moteris
- κατσαρίδα στα λιθουανικά - tarakonas, tarakonų, tarakono, cockroach, prūsokas
- κατσαρώνω στα λιθουανικά - ritinys, rulonas, vija, garbanos, garbanoti, Kręcić kędziory, Skwierczeć, ...
- κατσικάκι στα λιθουανικά - nepilnametis, vaikas, paauglys, kid, vaikutis, ožiukų
Τυχαίες λέξεις
Κατσαρός στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: garbanotas, garbanoti, Chrupiący
Μεταφράσεις: garbanotas, garbanoti, Chrupiący