Κατσαρός στα ιταλικά
Μετάφραση: κατσαρός, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
ricciuto, crespo, crespi, frizzy, ricci, frizzante
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κατσαρός
κατσαρός παναγιώτης α.ε.τ.β.ε, κατσαρός θωμάς, κατσαρός κωνσταντίνος, κατσαρός βασίλης, κατσαρός αντισταθείτε, κατσαρός λεξικό γλώσσας ιταλικά, κατσαρός στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- κατσαδιάζω στα ιταλικά - sgridare, rimprovero, rabbuffo, rimbrotto, biasimo, ammonimento, rimproverare, ...
- κατσαρίδα στα ιταλικά - scarafaggio, blatta, cockroach, scarafaggi, uno scarafaggio
- κατσαρώνω στα ιταλικά - riccio, rotolo, ricciolo, ruolo, rullo, sfriggere, crespo, ...
- κατσικάκι στα ιταλικά - bambina, bambino, ragazzo, capretto, ragazzino, kid
Τυχαίες λέξεις
Κατσαρός στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: ricciuto, crespo, crespi, frizzy, ricci, frizzante
Μεταφράσεις: ricciuto, crespo, crespi, frizzy, ricci, frizzante