Κουβαλώ στα λιθουανικά
Μετάφραση: κουβαλώ, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
vežti, vežimas, pervežti, atlikti, vykdyti, atlieka
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κουβαλώ
κουβαλώ συνώνυμα, ονειροκριτης κουβαλαω, κουβαλώ λεξικό γλώσσας λιθουανικά, κουβαλώ στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- κουβέντα στα λιθουανικά - šnekučiuoti, pokalbis, pokalbį, pokalbio, Dialogas, pokalbių
- κουβέρτα στα λιθουανικά - antklodė, antklodės, visuotinė, visiškas, apklotas
- κουβεντιάζω στα λιθουανικά - šnekučiuoti, Spiel, Gada
- κουδουνίζω στα λιθουανικά - skambesys, blerbti, dzingsėti, dzingtelėjimas, barbeti
Τυχαίες λέξεις
Κουβαλώ στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: vežti, vežimas, pervežti, atlikti, vykdyti, atlieka
Μεταφράσεις: vežti, vežimas, pervežti, atlikti, vykdyti, atlieka