Λάσκος στα λιθουανικά
Μετάφραση: λάσκος, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
Laskos
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: λάσκος
λάσκος αλέξανδρος, λάσκος νυφικά, λάσκος δημήτρης, λάσκοσ ορέστησ, λάσκος φορέματα, λάσκος λεξικό γλώσσας λιθουανικά, λάσκος στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- λάπαθο στα λιθουανικά - dokas, rūgštynė, rūgštynės, valgomosios rūgštynės, arkliarūgštė
- λάρνακα στα λιθουανικά - šventovė, šventykla, koplytėlė, įdėti į relikvinę
- λάσπη στα λιθουανικά - purvas, cementas, dumblas, purvo, tirpalas, dumblo
- λάστιχο στα λιθουανικά - guma, gumos, guminiai, kaučiukas, guminis
Τυχαίες λέξεις
Λάσκος στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: Laskos
Μεταφράσεις: Laskos