Περίοδος στα λιθουανικά
Μετάφραση: περίοδος, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
sezonas, laikotarpis, laikotarpį, terminas, laikotarpio
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: περίοδος
περίοδος μετά από αποβολή, περίοδος συμπτώματα, περίοδος και εγκυμοσύνη, περίοδος και βαφή μαλλιών, περίοδος εκπτώσεων, περίοδος λεξικό γλώσσας λιθουανικά, περίοδος στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- περίμενε στα λιθουανικά - laukti, tikėtis, tikisi, tikimės
- περίοδο στα λιθουανικά - sezonas, laikotarpis, laikotarpį, terminas, laikotarpio
- περίοπτος στα λιθουανικά - garsus, pastebimas, iškilus, žinomas, garsių
- περίπλοκος στα λιθουανικά - kompleksas, sudėtingas, painus, sudėtinga, sudėtingesnis, sudėtingos, sudėtingesnė
Τυχαίες λέξεις
Περίοδος στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: sezonas, laikotarpis, laikotarpį, terminas, laikotarpio
Μεταφράσεις: sezonas, laikotarpis, laikotarpį, terminas, laikotarpio