Περίφραξη στα λιθουανικά
Μετάφραση: περίφραξη, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
aptvaras, Enclosure, gaubtas, korpusas, aptvaro
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: περίφραξη
περίφραξη βεράντας, περίφραξη ξύλινη, περίφραξη από ελαφρύ υλικό, περίφραξη χωραφιού, περίφραξη αγροτεμαχίου με συρματόπλεγμα, περίφραξη λεξικό γλώσσας λιθουανικά, περίφραξη στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- περίττωμα στα λιθουανικά - išmatos, ekskrementai, išmatų, išmatoms, išmatose
- περίφραγμα στα λιθουανικά - aptvaras, Enclosure, gaubtas, korpusas, aptvaro
- περίχωρα στα λιθουανικά - aplinka, Apylinkės, apylinkėse, Surroundings, aplinkoje
- περαιτέρω στα λιθουανικά - toliau, dar, dar labiau, labiau, papildomai
Τυχαίες λέξεις
Περίφραξη στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: aptvaras, Enclosure, gaubtas, korpusas, aptvaro
Μεταφράσεις: aptvaras, Enclosure, gaubtas, korpusas, aptvaro