Ποτό στα λιθουανικά
Μετάφραση: ποτό, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
gurkšnis, gėrimas, gerti, gėrimų, gėrimo
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ποτό
ποτό τίποτα, ποτό με λίγες θερμίδες, ποτό κουμκουάτ, ποτό πορτοκάλι, ποτό φράουλα, ποτό λεξικό γλώσσας λιθουανικά, ποτό στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- ποτίζω στα λιθουανικά - šlapimas, vanduo, drėkinti, laistyti, drėkinimą, praplaukite plotą, praplaukite
- ποταπός στα λιθουανικά - niekingas, paniekinsiu, Contemptible, paniekos, niekingi
- που στα λιθουανικά - anas, tas, kur, kurioje
- πουκάμισο στα λιθουανικά - marškiniai, marškinėliai, shirt, marškinėlių, marškinius
Τυχαίες λέξεις
Ποτό στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: gurkšnis, gėrimas, gerti, gėrimų, gėrimo
Μεταφράσεις: gurkšnis, gėrimas, gerti, gėrimų, gėrimo