Ποτό στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: ποτό, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
пијалакот, пијалок, пијалоци, пијалак, да пијат, пијат
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ποτό
ποτό τίποτα, ποτό με λίγες θερμίδες, ποτό κουμκουάτ, ποτό πορτοκάλι, ποτό φράουλα, ποτό λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, ποτό στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- ποτίζω στα σλαβομακεδονικά - вода, наводнување, наводнува, наводнување на, наводнуваат
- ποταπός στα σλαβομακεδονικά - презирно, долна, презирлив, презирливо, отфрлање
- που στα σλαβομακεδονικά - каде, каде што, кога
- πουκάμισο στα σλαβομακεδονικά - кошула, маица, кошулата, дрес
Τυχαίες λέξεις
Ποτό στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: пијалакот, пијалок, пијалоци, пијалак, да пијат, пијат
Μεταφράσεις: пијалакот, пијалок, пијалоци, пијалак, да пијат, пијат