Πυρακτώνομαι στα λιθουανικά

Μετάφραση: πυρακτώνομαι, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
atkaitinti, Žymėti, Nusideginti, Atkvēlināt, sukimba
Πυρακτώνομαι στα λιθουανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πυρακτώνομαι

πυρακτώνομαι λεξικό γλώσσας λιθουανικά, πυρακτώνομαι στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • πυρήνας στα λιθουανικά - branduolys, esmė, centras, šerdis, pagrindinė, pagrindinis, pagrindinių, ...
  • πυρακτωμένος στα λιθουανικά - žėrintis, spindinčią, Tryskający, švytintis, spindintis
  • πυραμίδα στα λιθουανικά - piramidė, piramidės, Pyramid, piramidę
  • πυρετός στα λιθουανικά - drugys, temperatūra, karštligė, karštis, karščiavimas, maro, karštinė, ...
Τυχαίες λέξεις
Πυρακτώνομαι στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: atkaitinti, Žymėti, Nusideginti, Atkvēlināt, sukimba