Συρροή στα λιθουανικά

Μετάφραση: συρροή, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
priplūdimas, antplūdis, Spiečius
Συρροή στα λιθουανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συρροή

συρροή συντάξεων, συρροή συμβάσεων, συρροή νόμων, συρροή σσε, συρροή συμβατικής και αδικοπρακτικής ευθύνης, συρροή λεξικό γλώσσας λιθουανικά, συρροή στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • συρρέω στα λιθουανικά - banda, pulkas, kaimenė, pulko, kaimene
  • συρρικνώνομαι στα λιθουανικά - sumažinti, psichiatras, sudžiūvę, Sarāvies, Skurczony
  • συρτάρι στα λιθουανικά - stalčius, braižytojas, stalčių, stalčiaus, drawer, stalčiuje
  • συσκέπτομαι στα λιθουανικά - komuna, savivaldybė, municipalitetas, miejsko, commune
Τυχαίες λέξεις
Συρροή στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: priplūdimas, antplūdis, Spiečius