Συρροή στα σλαβομακεδονικά

Μετάφραση: συρροή, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
afflux
Συρροή στα σλαβομακεδονικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συρροή

συρροή συντάξεων, συρροή συμβάσεων, συρροή νόμων, συρροή σσε, συρροή συμβατικής και αδικοπρακτικής ευθύνης, συρροή λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, συρροή στα σλαβομακεδονικά

Μεταφράσεις

  • συρρέω στα σλαβομακεδονικά - јато, јатото, стадото, паства, стадо
  • συρρικνώνομαι στα σλαβομακεδονικά - смален, смалени
  • συρτάρι στα σλαβομακεδονικά - фиока, фиоката, трасантот, фиоката за, фиоката на
  • συσκέπτομαι στα σλαβομακεδονικά - комуна, комуната, заедница, општина, општината
Τυχαίες λέξεις
Συρροή στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: afflux