Υπηρετώ στα λιθουανικά
Μετάφραση: υπηρετώ, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
tarnauti, tarnauja, aptarnauti, tapti, tarnaus
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: υπηρετώ
υπηρετώ συνώνυμα, υπηρετώ ετυμολογία, υπηρετεί ετυμολογία, υπηρετώ λεξικό γλώσσας λιθουανικά, υπηρετώ στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- υπηρέτρια στα λιθουανικά - tarnas, tarnaitė, kambarinė, viena tarnaitė
- υπηρεσία στα λιθουανικά - būdas, agentūra, tarnyba, paslauga, paslaugos, paslaugų, ir svetur
- υπνάκος στα λιθουανικά - nusnūsti, Snausti, signalo atidėjimo, snaudimo, Drzemka
- υπνοδωμάτιο στα λιθουανικά - miegamasis, miegamojo, miegamajame, miegamųjų, miegamuoju
Τυχαίες λέξεις
Υπηρετώ στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: tarnauti, tarnauja, aptarnauti, tapti, tarnaus
Μεταφράσεις: tarnauti, tarnauja, aptarnauti, tapti, tarnaus