Υπηρετώ στα ρουμανικά
Μετάφραση: υπηρετώ, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
servi, servesc, servească, sluji, a servi
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: υπηρετώ
υπηρετώ συνώνυμα, υπηρετώ ετυμολογία, υπηρετεί ετυμολογία, υπηρετώ λεξικό γλώσσας ρουμανικά, υπηρετώ στα ρουμανικά
Μεταφράσεις
- υπηρέτρια στα ρουμανικά - servitor, servitoare, roaba, maid, fată, de curatenie
- υπηρεσία στα ρουμανικά - fel, serviciu, agenţie, birou, service, de servicii, serviciu de, ...
- υπνάκος στα ρουμανικά - pui de somn, amânare, snooze, de amânare, amânarea
- υπνοδωμάτιο στα ρουμανικά - dormitor, camere, dormitoare, dormitorul, cameră
Τυχαίες λέξεις
Υπηρετώ στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: servi, servesc, servească, sluji, a servi
Μεταφράσεις: servi, servesc, servească, sluji, a servi