Χαζεύω στα λιθουανικά

Μετάφραση: χαζεύω, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
išglebėlis, dykinėti, krapštytis, maklinėti, Kvernēt
Χαζεύω στα λιθουανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: χαζεύω

αντύπας χαζεύω, χαζεύω συνώνυμα, χαζεύω μετάφραση, χαζεύω λεξικό γλώσσας λιθουανικά, χαζεύω στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • χαίρω στα λιθουανικά - džiaugtis, džiaugsis, džiaugiuosi, džiūgaus, pasidžiaugti
  • χαίτη στα λιθουανικά - karčiai, mane, karčiais, gaurai, kartis
  • χαζός στα λιθουανικά - kvailys, kvailas, bukaprotis, bežadis, tyčiotis, Wyśmiać, patyčios, ...
  • χαιρεκακία στα λιθουανικά - džiaugtis, piktdžiugiauti, Rozkoszować, Bus džiaugsmas, Melot žvilgsniu
Τυχαίες λέξεις
Χαζεύω στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: išglebėlis, dykinėti, krapštytis, maklinėti, Kvernēt