Χαζεύω στα πορτογαλικά

Μετάφραση: χαζεύω, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
ociosidade, dawdle, demore, mandriar, perder o tempo
Χαζεύω στα πορτογαλικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: χαζεύω

αντύπας χαζεύω, χαζεύω συνώνυμα, χαζεύω μετάφραση, χαζεύω λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, χαζεύω στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • χαίρω στα πορτογαλικά - desfrutar, realce, desfruir, realçar, fruir, gozar, alegrar, ...
  • χαίτη στα πορτογαλικά - juba, crina, mane, mane marrom, cabeleira
  • χαζός στα πορτογαλικά - obtuso, risível, ridículo, alimento, mudo, comida, vão, ...
  • χαιρεκακία στα πορτογαλικά - regozijar, tripudiar, vangloriar, gloat, se vangloriar
Τυχαίες λέξεις
Χαζεύω στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: ociosidade, dawdle, demore, mandriar, perder o tempo