Ανακριτικός στα νορβηγικά
Μετάφραση: ανακριτικός, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
inquisitorial
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ανακριτικός
ανακριτικός υπάλληλος, ανακριτικός λεξικό γλώσσας νορβηγικά, ανακριτικός στα νορβηγικά
Μεταφράσεις
- ανακρίνω στα νορβηγικά - spørsmål, forhøre, rist, forespørsel, kryss-, tverr, kryss, ...
- ανακριβής στα νορβηγικά - unøyaktig, unøyaktige, feil, feilaktig, uriktige
- ανακτώ στα νορβηγικά - gjenopprette, komme, komme seg, å gjenopprette, gjenvinne
- ανακωχή στα νορβηγικά - våpenhvile, våpenhvilen, våpenstillstand, våpentilstand, fredsavtale
Τυχαίες λέξεις
Ανακριτικός στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: inquisitorial
Μεταφράσεις: inquisitorial