Ανυψώνω στα νορβηγικά

Μετάφραση: ανυψώνω, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
forhøye, heve, løfte, løft, lift, heis, heisen
Ανυψώνω στα νορβηγικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ανυψώνω

ανυψώνω λεξικό γλώσσας νορβηγικά, ανυψώνω στα νορβηγικά

Μεταφράσεις

  • ανυπόμονος στα νορβηγικά - hvileløs, rastløs, utålmodig, utålmodige, utålmodig etter
  • ανυπόφορος στα νορβηγικά - utålelig, ulidelig, ufordragelige, uutholdelig, ulidelige
  • ανωμαλία στα νορβηγικά - anomali, uregelmessighet, avvik, anomaly, avviket
  • ανωριμότητα στα νορβηγικά - umodenhet, immaturity, umoden, umodne
Τυχαίες λέξεις
Ανυψώνω στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: forhøye, heve, løfte, løft, lift, heis, heisen