Αποκλειστικά στα νορβηγικά
Μετάφραση: αποκλειστικά, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
utelukkende, eksklusivt, kun
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αποκλειστικά
αποκλειστικά in english, αποκλειστικά καρράσ, αποκλειστικά συνώνυμα, αποκλειστικά στο nasos blog, αποκλειστικά μετάφραση, αποκλειστικά λεξικό γλώσσας νορβηγικά, αποκλειστικά στα νορβηγικά
Μεταφράσεις
- αποκλείω στα νορβηγικά - forby, utelukke, forebygge, eliminere, hindre, fjerne, forhindre, ...
- αποκλεισμός στα νορβηγικά - forby, forbud, utelukkelse, eksklusjon, ekskludering, utestenging, uttrekk
- αποκλειστικός στα νορβηγικά - eksklusiv, eksklusive, eksklusivt, eks
- αποκλειστικότητα στα νορβηγικά - eksklusiv, eksklusivitet, exclusive, exclusiveness, eksklusiviteten
Τυχαίες λέξεις
Αποκλειστικά στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: utelukkende, eksklusivt, kun
Μεταφράσεις: utelukkende, eksklusivt, kun