Ασωτία στα νορβηγικά
Μετάφραση: ασωτία, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
orgie, prodigality
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ασωτία
ασωτία ορισμος, ασωτία λεξικό γλώσσας νορβηγικά, ασωτία στα νορβηγικά
Μεταφράσεις
- ασφόδελος στα νορβηγικά - påskelilje, Daffodil, Påskegul, Påskeliljen, liljen
- ασχολία στα νορβηγικά - forfølgelse, okkupasjon, yrke, okkupasjonen, Arbeidsledig
- ασύγχρονος στα νορβηγικά - asynkron, asynkrone, asynkront, induksjon, asynkroniske
- ασύλληπτος στα νορβηγικά - unnvikende, uoppfanget
Τυχαίες λέξεις
Ασωτία στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: orgie, prodigality
Μεταφράσεις: orgie, prodigality