Ασωτία στα σουηδικά
Μετάφραση: ασωτία, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
slöseri, slösaktighet
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ασωτία
ασωτία ορισμος, ασωτία λεξικό γλώσσας σουηδικά, ασωτία στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- ασφόδελος στα σουηδικά - påsklilja, Daffodil, påskliljan, lilja
- ασχολία στα σουηδικά - jakt, ockupation, ockupationen, yrke, sysselsättning, livet
- ασύγχρονος στα σουηδικά - asynkron, asynkrona, asynkront, icke synkrona, synkrona
- ασύλληπτος στα σουηδικά - ofångade, ej infångade, ohanterat, ej infångat
Τυχαίες λέξεις
Ασωτία στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: slöseri, slösaktighet
Μεταφράσεις: slöseri, slösaktighet