Διακλάδωση στα νορβηγικά

Μετάφραση: διακλάδωση, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
gren, filial, grenen, avdelings, avslaget
Διακλάδωση στα νορβηγικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διακλάδωση

διακλάδωση scart, διακλάδωση αγγλικά, διακλάδωση τηλεφωνικής γραμμής, διακλάδωση ethernet, διακλάδωση συνώνυμα, διακλάδωση λεξικό γλώσσας νορβηγικά, διακλάδωση στα νορβηγικά

Μεταφράσεις

  • διακεκριμένος στα νορβηγικά - påfallende, fremstående, fremtredende, framtredende, prominente, prominent
  • διακηρύσσω στα νορβηγικά - bekjenne, vedgå, tilstå, blaze, bliss, flamme, brannen, ...
  • διακοπές στα νορβηγικά - ferie, helligdag, ferien, hellig, helligdager, dager, ferier
  • διακοπή στα νορβηγικά - stans, avbrytelse, pause, avbrudd, brudd, avbryt
Τυχαίες λέξεις
Διακλάδωση στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: gren, filial, grenen, avdelings, avslaget