Διακλάδωση στα ρουμανικά
Μετάφραση: διακλάδωση, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
ramură, sucursală, ramura, sucursale, sucursala
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διακλάδωση
διακλάδωση scart, διακλάδωση αγγλικά, διακλάδωση τηλεφωνικής γραμμής, διακλάδωση ethernet, διακλάδωση συνώνυμα, διακλάδωση λεξικό γλώσσας ρουμανικά, διακλάδωση στα ρουμανικά
Μεταφράσεις
- διακεκριμένος στα ρουμανικά - frapant, proeminent, important, proeminente, proeminentă, vizibil
- διακηρύσσω στα ρουμανικά - vâlvătaie, foc, flacără, explozie, izbucnire
- διακοπές στα ρουμανικά - vacanţă, concediu, vacanță, o vacanță, vacanță de, o vacanță de
- διακοπή στα ρουμανικά - întrerupere, ruptură, antract, întreruperea, întreruperi, intrerupere, întreruperii
Τυχαίες λέξεις
Διακλάδωση στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: ramură, sucursală, ramura, sucursale, sucursala
Μεταφράσεις: ramură, sucursală, ramura, sucursale, sucursala