Επινοητικότητα στα νορβηγικά

Μετάφραση: επινοητικότητα, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
oppfinnsomhet, resourcefulness, snarrådighet, snar, rådighet
Επινοητικότητα στα νορβηγικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: επινοητικότητα

επινοητικότητα λεξικό γλώσσας νορβηγικά, επινοητικότητα στα νορβηγικά

Μεταφράσεις

  • επιμύθιο στα νορβηγικά - sedelig, moral, moralsk, Aftermath, kjølvannet, etterkant, etterspill, ...
  • επινοητικός στα νορβηγικά - oppfinnsom, snarrådig, ressurs, ressurssterk, ressurssterke
  • επινοώ στα νορβηγικά - mynt, mynten, coin, mynter
  • επιπλέον στα νορβηγικά - dessuten, tilleggs, ekstra, ytterligere, mer, flere
Τυχαίες λέξεις
Επινοητικότητα στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: oppfinnsomhet, resourcefulness, snarrådighet, snar, rådighet