Επινοητικότητα στα τσεχικά
Μετάφραση: επινοητικότητα, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
vynalézavost, nápaditost, vynalézavosti, pohotovost
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επινοητικότητα
επινοητικότητα λεξικό γλώσσας τσεχικά, επινοητικότητα στα τσεχικά
Μεταφράσεις
- επιμύθιο στα τσεχικά - morální, mravnost, mravní, morálka, morálnost, následky, Aftermath, ...
- επινοητικός στα τσεχικά - důmyslný, vynalézavý, pohotový, vynalézaví, vynalézavá, nápaditá, nápaditý
- επινοώ στα τσεχικά - vymýšlet, kout, vynalézt, vynalézat, zosnovat, vymyslet, mince, ...
- επιπλέον στα τσεχικά - dále, další, doplňující, dodatečné, dodatečná, dodatečný
Τυχαίες λέξεις
Επινοητικότητα στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: vynalézavost, nápaditost, vynalézavosti, pohotovost
Μεταφράσεις: vynalézavost, nápaditost, vynalézavosti, pohotovost