Προσαρμόζω στα νορβηγικά
Μετάφραση: προσαρμόζω, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
tilpasse, utstyr, avpasse, tillempe, tilbehør, redskap, tannhjul, justere, juster, justerer, å justere
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: προσαρμόζω
προσαρμόζω τη δόση μου, προσαρμόζω αγγλικά, προσαρμόζω συνώνυμο, προσαρμόζω μετάφραση, προσαρμόζω συνώνυμα, προσαρμόζω λεξικό γλώσσας νορβηγικά, προσαρμόζω στα νορβηγικά
Μεταφράσεις
- προσαράσσω στα νορβηγικά - grunn, årsak, gulv, mark, terreng, bunn, bakgrunn, ...
- προσαρμογή στα νορβηγικά - justering, justerings, justeringen, justering av
- προσαύξηση στα νορβηγικά - tilleggsgebyr, tilleggsavgift, avgift, mot et pristillegg, mot en avgift
- προσβάλλομαι στα νορβηγικά - kontrakt, ta, tar, dra, å ta, kan
Τυχαίες λέξεις
Προσαρμόζω στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: tilpasse, utstyr, avpasse, tillempe, tilbehør, redskap, tannhjul, justere, juster, justerer, å justere
Μεταφράσεις: tilpasse, utstyr, avpasse, tillempe, tilbehør, redskap, tannhjul, justere, juster, justerer, å justere