Προσαρμόζω στα σουηδικά
Μετάφραση: προσαρμόζω, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
ordna, adaptera, anpassa, lämpa, justera, ställa, justerar, ändra
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: προσαρμόζω
προσαρμόζω τη δόση μου, προσαρμόζω αγγλικά, προσαρμόζω συνώνυμο, προσαρμόζω μετάφραση, προσαρμόζω συνώνυμα, προσαρμόζω λεξικό γλώσσας σουηδικά, προσαρμόζω στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- προσαράσσω στα σουηδικά - jord, botten, mark, strängat, stranded, strandsatta, trängade, ...
- προσαρμογή στα σουηδικά - adaptation, anpassning, justering, justeringen, justerings
- προσαύξηση στα σουηδικά - avgift, tilläggsavgift, tilläggskostnad, avgiftsbelagd, tilläggskonstnad
- προσβάλλομαι στα σουηδικά - kontrakt, avtal, ta, vidta, tar, att ta, fatta
Τυχαίες λέξεις
Προσαρμόζω στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: ordna, adaptera, anpassa, lämpa, justera, ställa, justerar, ändra
Μεταφράσεις: ordna, adaptera, anpassa, lämpa, justera, ställa, justerar, ändra