Προσαρμόζω στα πορτογαλικά

Μετάφραση: προσαρμόζω, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
ajustar, adequar, ajeitar, engrenagem, concertar, acomodar, jornal, adaptar, adapte, ajuste, ajustar o, regular
Προσαρμόζω στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: προσαρμόζω

προσαρμόζω τη δόση μου, προσαρμόζω αγγλικά, προσαρμόζω συνώνυμο, προσαρμόζω μετάφραση, προσαρμόζω συνώνυμα, προσαρμόζω λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, προσαρμόζω στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • προσαράσσω στα πορτογαλικά - razão, terras, terra, país, base, encaixar, fundo, ...
  • προσαρμογή στα πορτογαλικά - adaptação, ajuste, ajustamento, de ajuste, ajuste de, de ajustamento
  • προσαύξηση στα πορτογαλικά - sobretaxa, custo adicional, mediante custo adicional, sobretaxa de, pago à parte
  • προσβάλλομαι στα πορτογαλικά - contrair, contratos, contrato, contratar, se ofender, ofendidos, se irritariam, ...
Τυχαίες λέξεις
Προσαρμόζω στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: ajustar, adequar, ajeitar, engrenagem, concertar, acomodar, jornal, adaptar, adapte, ajuste, ajustar o, regular