Σκοπεύω στα νορβηγικά
Μετάφραση: σκοπεύω, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
tilsikte, mål, sikte, formål, akte, hensikt, tenkt, har tenkt, til hensikt, har til hensikt
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σκοπεύω
σκοπεύω συνώνυμο, σκοπεύω λεξικό γλώσσας νορβηγικά, σκοπεύω στα νορβηγικά
Μεταφράσεις
- σκληρότητα στα νορβηγικά - hardhet, hardheten, hårdhet, hardhets
- σκοινί στα νορβηγικά - line, tau, reip, binde, tauet, rep, snoren
- σκοπιά στα νορβηγικά - utsikt, perspektiv, perspektivet
- σκοπιμότητα στα νορβηγικά - gjennomførbarhet, mulighets, muligheten, gjennomførbarheten, heten
Τυχαίες λέξεις
Σκοπεύω στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: tilsikte, mål, sikte, formål, akte, hensikt, tenkt, har tenkt, til hensikt, har til hensikt
Μεταφράσεις: tilsikte, mål, sikte, formål, akte, hensikt, tenkt, har tenkt, til hensikt, har til hensikt