Σκοπεύω στα σουηδικά

Μετάφραση: σκοπεύω, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
syfte, mål, avsikt, tänker, för avsikt, avser, har för avsikt
Σκοπεύω στα σουηδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σκοπεύω

σκοπεύω συνώνυμο, σκοπεύω λεξικό γλώσσας σουηδικά, σκοπεύω στα σουηδικά

Μεταφράσεις

  • σκληρότητα στα σουηδικά - skärpa, hårdhet, hårdheten, hårdhets
  • σκοινί στα σουηδικά - lina, rep, repet, linan
  • σκοπιά στα σουηδικά - utsikt, syn, perspektiv, planen, perspektivet, perspektivvy
  • σκοπιμότητα στα σουηδικά - genomförbarhet, genomförbarhets, genomförbarheten, möjligheten, möjligheterna
Τυχαίες λέξεις
Σκοπεύω στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: syfte, mål, avsikt, tänker, för avsikt, avser, har för avsikt