Άξιος στα ολλανδικά

Μετάφραση: άξιος, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
edel, adellijk, waar, nobel, waardig, edelman, eerzaam, waard, waardige, verdient, het waard
Άξιος στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: άξιος

άξιος ποταμός, άξιος στα αρχαία ελληνικά, άξιος της νηός ο ναύκληρος, άξιοσ λόγοσ, άξιος εστί μίκης θεοδωράκης, άξιος λεξικό γλώσσας ολλανδικά, άξιος στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • άνω στα ολλανδικά - overeind, daarboven, aan, bovenste, opwaarts, op, benoorden, ...
  • άξεστος στα ολλανδικά - ongepolijst, ongepolijste, unpolished, gepolijste, niet gepolijste
  • άξονας στα ολλανδικά - mijnschacht, straal, spil, spaak, schacht, as, hartlijn, ...
  • άοπλος στα ολλανδικά - ongewapend, ongewapende, onbewapende, onbewapend, unarmed
Τυχαίες λέξεις
Άξιος στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: edel, adellijk, waar, nobel, waardig, edelman, eerzaam, waard, waardige, verdient, het waard