Έγκαιρα στα ολλανδικά

Μετάφραση: έγκαιρα, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
tijdig, tijdige, tijd, regelmatige, op tijd
Έγκαιρα στα ολλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: έγκαιρα

έγκαιρα ή εγκαίρως, έγκαιρα μετάφραση αγγλικά, έγκαιρα english, έγκαιρα συνώνυμα, έγκαιρα λεξικό γλώσσας ολλανδικά, έγκαιρα στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • έβδομος στα ολλανδικά - zevende, de zevende, zevenden
  • έγγραφο στα ολλανδικά - document, stuk, schriftuur, bedrijf, akte, papier, bescheid, ...
  • έγκατα στα ολλανδικά - diepten, dieptes, diepte, een diepte, diepte van
  • έγκλημα στα ολλανδικά - criminaliteit, misdaad, misdrijf, misdrijven, van criminaliteit
Τυχαίες λέξεις
Έγκαιρα στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: tijdig, tijdige, tijd, regelmatige, op tijd