Έγκαιρα στα πορτογαλικά
Μετάφραση: έγκαιρα, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
oportuno, oportuna, atempada, atempado, oportunas
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: έγκαιρα
έγκαιρα ή εγκαίρως, έγκαιρα μετάφραση αγγλικά, έγκαιρα english, έγκαιρα συνώνυμα, έγκαιρα λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, έγκαιρα στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- έβδομος στα πορτογαλικά - sétima, sétimo, sete, VII, setima
- έγγραφο στα πορτογαλικά - original, documentos, médico, doutor, documento, documento de, de documentos
- έγκατα στα πορτογαλικά - abismo, profundidades, profundezas, profundidade, fundo
- έγκλημα στα πορτογαλικά - criminalidade, crimes, crime, o crime, a criminalidade
Τυχαίες λέξεις
Έγκαιρα στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: oportuno, oportuna, atempada, atempado, oportunas
Μεταφράσεις: oportuno, oportuna, atempada, atempado, oportunas