Έρμα στα ολλανδικά
Μετάφραση: έρμα, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
ballast, voorschakelapparaat, ballastwater, ballasttanks, VSA
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: έρμα
έρμα μάρκσμαν, έρμα στυλιανίδη βιογραφικο, έρμα βασιλείου, έρμα γρόσια έρμα γρόσια, έρμα ορισμός, έρμα λεξικό γλώσσας ολλανδικά, έρμα στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- έρευνα στα ολλανδικά - speurtocht, studie, research, nagaan, examen, exploreren, keuring, ...
- έρημος στα ολλανδικά - woestijn, de woestijn, desert, woestijn van, onbewoond
- έρπω στα ολλανδικά - kruipen, sluipen, sneak, stiekemerd, voorproefje, avant
- έρχομαι στα ολλανδικά - komen, afstammen, gekomen, zijn, komt, kom
Τυχαίες λέξεις
Έρμα στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: ballast, voorschakelapparaat, ballastwater, ballasttanks, VSA
Μεταφράσεις: ballast, voorschakelapparaat, ballastwater, ballasttanks, VSA