Έρμα στα ουγγρικά

Μετάφραση: έρμα, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
fenéksúly, ballaszt, előtét, előtéttel, ballaszttartállyal, ballasztot
Έρμα στα ουγγρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: έρμα

έρμα μάρκσμαν, έρμα στυλιανίδη βιογραφικο, έρμα βασιλείου, έρμα γρόσια έρμα γρόσια, έρμα ορισμός, έρμα λεξικό γλώσσας ουγγρικά, έρμα στα ουγγρικά

Μεταφράσεις

  • έρευνα στα ουγγρικά - áttanulmányozás, elmélyedés, földmérés, tanulmányozás, tudakozódás, kutatás, kutatási, ...
  • έρημος στα ουγγρικά - sivatag, sivatagi, sivatagban, sivatagba, sivatagon
  • έρπω στα ουγγρικά - mocsok, sínvándorlás, talpduzzadás, szíjcsúszás, gumiabroncs-elcsúszás, csuszamlás, búvólyuk, ...
  • έρχομαι στα ουγγρικά - jön, jönnek, jöjjön, jött, jönni
Τυχαίες λέξεις
Έρμα στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: fenéksúly, ballaszt, előtét, előtéttel, ballaszttartállyal, ballasztot