Έρμα στα πορτογαλικά

Μετάφραση: έρμα, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
balastro, estiva, lastro, de lastro, reator, ballast
Έρμα στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: έρμα

έρμα μάρκσμαν, έρμα στυλιανίδη βιογραφικο, έρμα βασιλείου, έρμα γρόσια έρμα γρόσια, έρμα ορισμός, έρμα λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, έρμα στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • έρευνα στα πορτογαλικά - inquirir, exame, pesquisa, prova, escavar, salvamento, fiscalizar, ...
  • έρημος στα πορτογαλικά - deserto, do deserto, desert, deserto de, deserto do
  • έρπω στα πορτογαλικά - rastejamento, rastejar, esgueirar-se, furtivo, espreitadela, de espreitadela, do sneak
  • έρχομαι στα πορτογαλικά - vir, proceder, vindo, provir, chegar, entrar, vêm, ...
Τυχαίες λέξεις
Έρμα στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: balastro, estiva, lastro, de lastro, reator, ballast