Αλληγορικός στα ολλανδικά

Μετάφραση: αλληγορικός, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
allegorisch, allegorische, allegorie, de allegorische, zinnebeeldig
Αλληγορικός στα ολλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αλληγορικός

αλληγορικός λεξικο, αλληγορικός ετυμολογία, αλληγορικός λογος, αλληγορικός λεξικό γλώσσας ολλανδικά, αλληγορικός στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • αλλεπάλληλος στα ολλανδικά - na, volgende, volgend, onderstaande, volgt
  • αλληγορία στα ολλανδικά - allegorie, gelijkenis, allegorieën, de allegorie
  • αλληλεγγύη στα ολλανδικά - solidariteit, saamhorigheid, gemeenschapszin, de solidariteit, solidair, solidaire
  • αλληλογραφία στα ολλανδικά - symmetrie, correspondentie, briefwisseling, overeenstemming, de correspondentie, overeenkomst
Τυχαίες λέξεις
Αλληγορικός στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: allegorisch, allegorische, allegorie, de allegorische, zinnebeeldig