Αμάξωμα στα ολλανδικά
Μετάφραση: αμάξωμα, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
chassis, onderstel, het chassis, behuizing, frame
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αμάξωμα
αμάξωμα σασί, κινητό αμάξωμα, αμάξωμα αυτοκινήτου, αυτοφερόμενο αμάξωμα, αμάξωμα λεξικό γλώσσας ολλανδικά, αμάξωμα στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- αμάθεια στα ολλανδικά - onwetendheid, onkunde, de onwetendheid, onbekendheid
- αμάλγαμα στα ολλανδικά - amalgaam, samensmelting, amalgaamafscheider, mengelmoes
- αμάραντος στα ολλανδικά - amarant, amaranth, de amarant, van de amarant, amarant van
- αμέθυστος στα ολλανδικά - amethist, Amethyst, violetkleurige
Τυχαίες λέξεις
Αμάξωμα στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: chassis, onderstel, het chassis, behuizing, frame
Μεταφράσεις: chassis, onderstel, het chassis, behuizing, frame